Κάθε που βράδιαζε, ανέβαινα στο πάνω δωμάτιο. Η ξύλινη σκάλα ήταν απότομη, μα δεν με ένοιαζε. Το δωμάτιο στην σοφίτα της γιαγιάς ήταν από τα πιο αγαπημένα μου. Εκεί απομονωνόμουν από τον έξω κόσμο και κρυβόμουν, άνοιγα το μικρό παράθυρο και ο χώρος έπαιρνε λάμψη από τις ηλιαχτίδες που με μανία μάλωναν για το ποια θα μπει πρώτη.
Μια ανάσα δροσιάς με σκέπασε σαν άνοιξα το ένα φύλλο από το παραθύρι. Τα ρουθούνια μου γέμισαν με όλο το οξυγόνο του κόσμου, μια μουσική μελωδία ηχούσε στα αυτιά μου σαν μια συναυλία που έδινε η φύση μαζί με τα πουλιά.
Το ποτάμι από κάτω ήταν αυτό που με άφηνε άναυδη, η ομορφιά των γυαλιστερών νερών μαζί με το πράσινο τοπίο δεν περιγράφετε με λόγια. Μου δημιουργούσε ένα αίσθημα ελευθερίας και ατελείωτης χαράς. Το τραγούδισμα του ποταμού με έκανε να ξεχνάω τα πάντα, μεταφερόμουν στα ενδόμυχα της ψυχής μου και ξεχνούσα τα πάντα.
Σ αυτό το μικρό δωμάτιο ήμουν μόνη, σε έναν δικό μου κόσμο, κανείς δεν μπορούσε να με ταράξει, να με θυμώσει, να με στεναχωρήσει.
Τα βράδια το μοιραζόμουν με την πιο αγαπημένη μου παιδική φιγούρα, την γιαγιά μου.
Πάντα όταν αγαπούσα κάτι πολύ, ήθελα να το μοιράζομαι, τον θησαυρό μου ήθελα να τον σκορπάω σε όλους.
Η αγκαλιά της γιαγιάς δεν έφυγε ποτέ από το μυαλό μου, ένα κομμάτι του εαυτού μου είναι πάντα εκεί, έχω φυλακίσει την ζεστασιά της στο βάθους του κορμιού μου.
Κάθε βράδυ κοιμόμασταν αγκαλιά και κάθε βράδυ το ίδιο παραμύθι. Ακόμα και όταν μεγάλωσα πάντα ζητούσα αυτό το παραμύθι. Ο τρόπος που το περιέγραφε ήταν μοναδικός, παραστατικός. Δεν ήταν τόσο το νόημα του, αλλά ο τρόπος που το περιέγραφε με καθήλωνε.
Δεν μπορούσα πλέον να κοιμηθώ αν δεν με έπαιρνε αγκαλιά και αν δεν μου ψιθύριζε στο αυτί με την γλύκα της, μια ιστορία με ένα αγόρι που γύρω του είχε μόνο πονηριά. Δεν άκουγα για πρίγκιπες και πριγκίπισσες, αλλά αυτό το παραμύθι με έμαθε να είμαι δίκαιη.
Ότι δύσκολο και να έρθει στην ζωή, έχω αυτήν την ζεστασιά μέσα μου, να μου θυμίζει ότι όλα φτιάχνουν. Όταν νυχτώνει, τελειώνει ότι άσχημο έγινε στην μέρα. Σαν ξημερώσει μέσα σ αυτήν την ζεστή αγκαλιά, η ελπίδα πρώτη ξυπνάει. Τα μάτια της γιαγιάς χαμογελαστά όσα δύσκολα κι αν πέρασε στην δικιά της ζωή. Αυτή όμως η λάμψη των ματιών της είναι ότι χρειάζομαι σε κάθε μου δύσκολη αναπνοή.
Η φαντασία κάνει παιχνίδια πολλά και είναι και δωρεάν. Μπορείς σε στιγμές όμορφες που έζησες στο παρελθόν, με μια κίνηση να μεταφερθείς και τότε είναι που όλα τα άσχημα ξεχνάς και τότε οι λύσεις έρχονται μπροστά.
Ο άνθρωπός είναι τυχερός κρατάει δύναμη στα χέρια του.
Πήγαινέ σε μέρη που την ψυχή ανεβάζουν. Μέσα από όλα αυτά θα δεις ότι η ζωή είναι στιγμές που σαν μεταφερθείς σε αυτές, σου δείχνουν τον λόγο που ακόμα είσαι εδώ.
Comments