Στην αποθήκη δίπλα από το σπίτι της γιαγιάς, στέκει σε μια γωνιά επιβλητικό το μπλε ποδήλατο.
Χρόνια είναι γραμμένα σε αυτή την παλιά σέλα. Το χρώμα σε κάποια σημεία ξεθωριασμένο, το τιμόνι έμεινε γυμνό, ένα κρύο σίδερο χωρίς πλαστικό, ξεγυμνώνει σώμα και ψυχή.
Αναμνήσεις παιδικές. Με το ποδήλατο αυτό έκανα τις πρώτες μου βόλτες, ανεξάρτητη όταν το οδηγούσα. Καβαλούσα το μπλε ποδήλατο και καθώς έτρεχα ελεύθερη στους δρόμους του χωριού ο άνεμος μπέρδευε τα μακριά μου μαλλιά.
Με ήλιο έκανα τις πιο μαγικές βόλτες δίπλα στο ποτάμι συνοδηγό. Με βροχή όμως ήταν αυτό που απολάμβανα πολύ, νερό και ελευθερία δίχως λογική. Ένιωθα τόσο ελεύθερη καθώς ανέμιζαν όλα μου τα όνειρα μπροστά στα μάτια μου σαν παλιά ασπρόμαυρη ταινία. Δεν με ένοιαζε τίποτα, τα πάντα έμεναν πίσω.
Πόσες φορές έπεσα και ξανασηκώθηκα, ματωμένα γόνατα μα η θέληση για ζωή, η αγνότητα το τσιρότο στην πληγή μου. Μια μέρα που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι όταν έπεσα στην μέση του δρόμου, άγνοια κινδύνου, πίσω ένα φορτηγό ερχόταν με φορά, ακόμα και τότε δεν τρόμαξα. Ένα χέρι από το πουθενά με έσπρωξε μαζί με το ποδήλατο στην άκρη του δρόμου. Πέρασε δίπλα μου ξυστά ο θάνατος. Τότε κατάλαβα ότι με τον θάνατο θα παίζω συχνά το παιχνίδι των ορίων.
Πάντα έβλεπα τον παππού και την γιαγιά για χρόνια με το ποδήλατο αυτό, ήταν η καθημερινότητα τους.
Τώρα μετά από χρόνια σκονισμένο πια το ποδήλατο αυτό μόνο ιστορίες όμορφες έχει να πει. Δεν το πέταξαν είναι σε μια άκρη ακουμπισμένο, γέλια και δάκρυα ποτισμένο, μου θυμίζει ότι κάθε τι παλιό είναι η αιτία πως έφτασα μετά από χρόνια ξανά εδώ. Μπροστά του να κλαίω σαν μικρό παιδί, να χαμογελώ γιατί αυτό με έμαθε να πέφτω και να σηκώνομαι χωρίς να σκέφτομαι ότι πονώ.
Comments